Μοιάζει να κρύβει και κάτι ακόμα αυτή η φωνή.
Τρεις λέξεις μόνο κάθε φορά, οι δυο πάντα ίδιες.
Καμιά απάντηση.
Κάθε φορά αφήνομαι στη βαρεμάρα της αναμονής.
Aπλά υπάρχω.
Σα να σταματάει ο κόσμος και να επιστρέφει στην κανονική του ροή όταν πατάω ξανά τα πόδια μου στο πεζοδρόμιο.
Κάθε φορά που μπαίνω σ’ αυτό τον παράλληλο κόσμο, πιάνω τον εαυτό μου να παρατηρεί τη φωνή.
Τόσο άρχωμη, τόσο άνευ ενδιαφέροντος.
Σαν να μη τη νοιάζει καθόλου αυτό που λέει. Και βάζω στοίχημα πως έτσι είναι.
Θα είναι απλώς μια κοπέλα που πήρε λίγα λεφτά για να πάει μια μέρα να ηχογραφήσει τη φωνή της.
Ναι, αλλά πόσα λεφτά;
Πού τα ηχογράφησε και ποιά ήταν η διαδικασία;
Δεν υπάρχει τρόπος να μάθω.
Άραγε, αν μια μέρα διασταυρωνώμουν μ’ αυτή την κοπέλα, αν την άκουγα να μιλάει στο τηλέφωνο, θα αναγνώριζα τη φωνή της;
Και ποιος μου 'πε οτι είναι νέα; Αυτή η φωνή θα μπορούσε να ανήκει σε γυναίκα από 25 έως 55 χρονών.
Τέλως πάντων.
Δεν ξέρω καν γιατί με νοιάζει τόσο. Σκέτη περιέργεια μάλλον.
Πάντως, κάποιες φορές, ιδίως κάτι μεσημεριανές ώρες του καλοκαιριού ή τα ξημερώματα κάθε Κυριακής, η φωνή μοιάζει σα να κρύβει μιαν απόγνωση πίσω από αυτό τον τυπικό τόνο.
Σαν να θέλει να πει άλλα πράγματα.
Να κλαφτεί ή
να ουρλιάξει για βοήθεια.
Να ζητήσει να τη βγάλουν απ’ αυτή τη φυλακή.
Σαν φυλακισμένη μοιάζει.
Και ποιος να την ελευθερώσει;
Ποιόν περιμένει πίσω απ’ τα ηχεία του λεωφορείου και το καντράν που γράφει τις στάσεις;
Τρεις λέξεις μόνο κάθε φορά, οι δυο πάντα ίδιες.
Καμιά απάντηση.
Κάθε φορά αφήνομαι στη βαρεμάρα της αναμονής.
Aπλά υπάρχω.
Σα να σταματάει ο κόσμος και να επιστρέφει στην κανονική του ροή όταν πατάω ξανά τα πόδια μου στο πεζοδρόμιο.
Κάθε φορά που μπαίνω σ’ αυτό τον παράλληλο κόσμο, πιάνω τον εαυτό μου να παρατηρεί τη φωνή.
Τόσο άρχωμη, τόσο άνευ ενδιαφέροντος.
Σαν να μη τη νοιάζει καθόλου αυτό που λέει. Και βάζω στοίχημα πως έτσι είναι.
Θα είναι απλώς μια κοπέλα που πήρε λίγα λεφτά για να πάει μια μέρα να ηχογραφήσει τη φωνή της.
Ναι, αλλά πόσα λεφτά;
Πού τα ηχογράφησε και ποιά ήταν η διαδικασία;
Δεν υπάρχει τρόπος να μάθω.
Άραγε, αν μια μέρα διασταυρωνώμουν μ’ αυτή την κοπέλα, αν την άκουγα να μιλάει στο τηλέφωνο, θα αναγνώριζα τη φωνή της;
Και ποιος μου 'πε οτι είναι νέα; Αυτή η φωνή θα μπορούσε να ανήκει σε γυναίκα από 25 έως 55 χρονών.
Τέλως πάντων.
Δεν ξέρω καν γιατί με νοιάζει τόσο. Σκέτη περιέργεια μάλλον.
Πάντως, κάποιες φορές, ιδίως κάτι μεσημεριανές ώρες του καλοκαιριού ή τα ξημερώματα κάθε Κυριακής, η φωνή μοιάζει σα να κρύβει μιαν απόγνωση πίσω από αυτό τον τυπικό τόνο.
Σαν να θέλει να πει άλλα πράγματα.
Να κλαφτεί ή
να ουρλιάξει για βοήθεια.
Να ζητήσει να τη βγάλουν απ’ αυτή τη φυλακή.
Σαν φυλακισμένη μοιάζει.
Και ποιος να την ελευθερώσει;
Ποιόν περιμένει πίσω απ’ τα ηχεία του λεωφορείου και το καντράν που γράφει τις στάσεις;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου