Πρόποση


Στις στιγμές που πέρασαν
και σ' αυτές που δε θα 'ρθούν
Στον έρωτα που γερνά
και σ' αυτόν που δε λέει να γεννηθεί
Στην αδικία
και τις κακές αποφάσεις
Στο χθες που 'φυγε γρήγορα
και το άγνωστο αύριο,
το ποθητό και το τρομακτικό.

Στο πρόωρα χαμένο
και αυτό που δε λέει να χαθεί
Σε 'σένα
ή σε κάποιον άλλο
Στις στιγμές που πέρασαν
και σ' αυτές που δε θα 'ρθούν.

Κάθε ξημέρωμα, στο καφέ

 Πηγαίνει για πρωινό καφέ πολύ πρωί κάθε μέρα. Τον χειμώνα πίνει τον καφέ της στο ίδιο καφέ πριν καν εμφανιστεί ο ήλιος. Κι ο χειμώνας κρατά για πολύ εδώ.
 Την βλέπω κάθε φορά να κάθεται μπροστά στη τζαμαρία και να κοιτάζει έξω την πόλη να ζωντανεύει και να φωτίζεται αχνά από το πρωινό φως. Συνήθως είναι νυσταγμένη. Κάποιες φορές νευρική και βιαστική, αλλά τις περισσότερες είναι ήρεμη και κουρασμένη. Το ίδιο χαμόγελο εμφανίζεται στο πρόσωπό μου κάθε φορά που μένει ακίνητη με τον καφέ και στα δύο χέρια και τα μάτια κλειστά, επιστρέφοντας για λίγα δευτερόλεπτα στον κόσμο του ύπνου. Μετά τα ξανανοίγει, πίνει μια γουλιά και συνεχίζει να ρεμβάζει έξω από το παράθυρο σιωπηλή. Έχω ερωτευτεί αυτούς τους δύο αγκώνες πάνω στο τραπέζι.
 Αδέξια και ίσως λίγο αφελής. Θα 'χει σίγουρα την ιστορία της, όπως όλοι. Τα προβλήματά της, τις αγωνίες της, τους μπαμπούλες της...μπορεί ακόμα και τον πρίγκιπά της!
 Πάντα θέλω να της μιλήσω. Δεν έχω όμως τί να της πω...Είναι σαν την αγαπημένη μου ταινία σε επανάληψη κάθε φορά που σπρώχνει με το ένα χέρι την πόρτα του καφέ και έρχεται βαριεστημένα να παραγγείλει τον καφέ της. Τόσο αποσβωλομένος είμαι από τις αγαπημένες μου σκηνές, που, πριν πάω να της μιλήσω, έχει ξημερώσει, αυτή έχει τελειώσει τον καφέ της και κατευθύνεται προς την πόρτα.
 Ίσως μια μέρα να πιούμε παρέα έναν πρωινό καφέ και να μου μιλήσει για τον κόσμο της. Ή να μ' αφήσει να δω από κοντά πώς την παίρνει ο ύπνος για λίγα δευτερόλεπτα μπροστά στο παράθυρο, ενώ έξω η πόλη ζωντανεύει και η μέρα ξεκινά.

Ερείπιο

Στο τραπέζι, τα ψίχουλα έχουν γίνει πλέον πετραδάκια. Η τηλεόραση παίζει μόνο μπλε και πράσινα χρώματα. Το πόμολο της πόρτας έχει μείνει τόσο καιρό αγύριστο, αχρησιμοποίητο, που δύσκολα μπορεί πια να γυρίσει. Οι καναπέδες, πέρα από τη σκόνη, είναι του κουτιού. Κανείς δεν κάθεται εδώ και καιρό πάνω τους κι έτσι η φθορά είναι μηδαμινή εκτός από τη σκόνη και τον σκόρο. Όσες λάμπες απέμειναν να λειτουργούν έχουν κρεμάσει από το καλώδιό τους και ρίχνουν ένα αδύναμο κιτρινωπό φως στο δωμάτιο. Το κρεβάτι τρίζει και πρέπει να 'χει σπάσει στη μια πλευρά. Η πρόσβαση στο μπαλκόνι έχει γίνει αδύνατη από τις κουτσουλιές και τις λοιπές βρωμιές. Οι μπαλκονόπορτες και τα παράθυρα κι αυτά βρώμικα. Η υγρασία του τόπου έχει χτυπήσει το σπίτι. Σοβάδες έχουν πέσει σε μερικά σημεία και αλλού, οι τοίχοι έχουν μουχλιάσει. Σ' αυτό το σπίτι που αργοπεθαίνει, το μόνο ζωντανό είναι μια γυναίκα. Πάντως από τα παραπάνω καταλαβαίνει κανείς πόσο ζωντανή είναι και η ίδια.

Φθινοπωρινή φωτογραφία

- Θα 'πρεπε λες να πούμε κανα αντίο;
- Δεν ξέρω...λες;
- Ε, δεν θα είναι σαν κάθε άλλη φορά αν λέμε και ξαναλέμε οτι είναι η τελευταία φορά. Άλλωστε, γι' αυτό ήρθαμε, θυμάσαι;
- Έχεις δίκιο, ναι. Γαμώ το, μακάρι να μη τελείωνε ποτέ!
- Έλα, μη γκρινιάζεις, είπαμε, σαν τις προηγούμενες φορές.
 Ησύχασαν για λίγο και κοίταξαν προς τον ήλιο. Άπλωνε το φως του σε όλο το τοπίο μπροστά τους. Ορίστε, αυτό το κάνανε με τις ώρες τις προηγούμενες φορές.
- Ίσως αυτό να είναι το "αντίο". Σκεφτόταν δυνατά.
- Ποιο;
- Όλο αυτό, της είπε και έδειξε με τα δυο του χέρια τη θάλασσα που γυάλιζε.
Σηκώθηκε και τινάχτηκε. Βάδισε αργά σέρνοντας τα πόδια του ανάμεσα στα φύλλα και ακούμπησε στο δέντρο. Άρχισε πάλι να αγναντεύει τον ήλιο και μετά από λίγο αυτήν, που καθόταν ακόμα στο χώμα, μπροστά του.Σκεφτόταν πολλά που ήθελε να πει, αλλά του φαίνονταν όλα τόσο τετριμμένα...Μέσα στη σιωπή της, κι ενώ αφουγκραζόταν το αεράκι, τα ίδια σκεφτόταν κι αυτή.
Ώσπου έφτασε το ηλιοβασίλεμα και, όπως κάθε φορά, ήρθε η ώρα να φύγουν.
Δεν είπαν αντίο. Τουλάχιστον έτσι τους φάνηκε εκείνη την ώρα.

Οι μέρες περνάνε...

Οι μέρες περνάνε.
Η μυρωδιά σου αρχίζει να φεύγει από τα σεντόνια,
όχι όμως από το μυαλό μου
- θα φύγει ποτέ;
Δε γυρνώ στο πλάι μη θυμηθώ
την ανάσα και το περίγραμμα της μέσης σου

Οι μέρες περνάνε.
Όσο περνάνε, τα ξεχνώ και συνεχίζω
το 'χω συνηθίσει πλέον.
Μα τώρα;
Τώρα υπάρχει ελπίδα.
Ελπίδα πως θα σε ξαναδώ.
Την ανάσα, το περίγραμμα, τη μυρωδιά.

Οι μέρες περνάνε,
μα ακόμα δε νιώθω πως πρέπει να διαλέξω
εσένα ή όχι,
θα 'πρεπε;