Να μείνουμε εδώ.
Σαραντάρηδες με χαρτοφύλακα.
Κρεμάμενα σώματα σε μισοσκότεινα υγρά πεζοδρόμια.
Να μείνουμε εδώ να εξυμνούμε τη ζωή των γονέων· πρώην κρεμάμενα σώματα κι αυτοί, ξαπλωμένοι πια σε πολυτελή φέρετρα, να μπολιάζουν με σαπίλα τη γη που κι αυτοί δεν εγκατέλειψαν ποτέ.
Να μείνουμε εδώ.
Πενηντάρηδες με παιδιά.
Παιδιά με όνειρα που χρήζουν κατεύθυνσης, τα δικά μας ζωντανά gameboy:
Για τα χρόνια που το παιχνίδι μεταφράζεται σε παλιμπαιδισμό, θα έχουμε τις ζωές των παιδιών μας. Παράλληλες πραγματικότητες, όχι ψηφιακές πλέον, για να παραμελούμε με καλύτερη αυτή τη φορά δικαιολογία τη δική μας πραγματικότητα.
Εξάλλου, αυτό δεν είναι που κάνουμε τώρα που είμαστε νέοι;
Νέοι.
Νεαροί παππούδες μάλλον,
που μαζί με την αποστολή εκπλήρωσης των ανεκπλήρωτων των γονέων, κουβαλάμε τα άγχη και την κούρασή τους. Τα κόκκαλά μας τρίζουν σαν αυτά των γιαγιάδων μας και τα μυαλά μας είναι μπερδεμένα και χαμένα σαν αυτά νεογέννητων παιδιών. Παιδιά που μεγάλωσαν κι έμαθαν τα πάντα για το Εδώ από γιαγιάδες με κόκκαλα που τρίζουν και δασκάλους. Άλλους με καθαρή συνείδηση κι άλλους χωρίς συνείδηση.
Και για το Αλλού τι τους είπαν; Κάτι για πιο πράσινο χορτάρι.
Αυτό το είπαν οι ονειροπόλοι και μετά, οι μη ονειροπόλοι τους είπαν πως οι ονειροπόλοι είπαν ψέματα.
Αυτό το είπαν οι ονειροπόλοι και μετά, οι μη ονειροπόλοι τους είπαν πως οι ονειροπόλοι είπαν ψέματα.
"Μείνετε εδώ", τους είπαν.
"Τιμήστε το γραφικό καφέ χορτάρι μας", τους είπαν,
"γιατί αν φύγετε σημαίνει πως παραιτηθήκατε".
Όταν τους το δίδαξαν αυτό, μερικοί απλώς απενοχοποίησαν την παραίτηση.
Οι υπόλοιποι έμειναν να περπατούν στους ίδιους δρόμους, παραμερίζοντας κρεμάμενα σώματα, μέχρι που γίνανε και οι ίδιοι τέτοια.
Δεν είπα να φύγουμε.
Ας ζυγίσουμε μόνο.
Την ανασφάλεια του αγνώστου με την σιγουριά μιας τέτοιας ζωής εδώ.